Η τηλεφωνική συνομιλία Τραμπ — Ζελένσκι άναψε το πολιτικό ενδιαφέρον όχι για την έκταση της συζήτησης, αλλά για το περιεχόμενο: η πιθανή παραχώρηση Tomahawk και η ενίσχυση της ουκρανικής αεράμυνας.
Το μήνυμα του Κιέβου ήταν σαφές — χρειάζονται ικανότητες μεγάλης εμβέλειας και αξιόπιστης άμυνας για να αλλάξει η ισορροπία στο πεδίο μάχης. Η άμεση απάντηση του Κρεμλίνου υπήρξε προειδοποιητική: ο Πούτιν μίλησε για ενίσχυση της ρωσικής αεράμυνας και υπαινίχθηκε νέα στρατιωτικά μέσα, υπενθυμίζοντας τη γεωπολιτική ευαισθησία μιας τέτοιας κίνησης.
Πέρα από τη ρητορική, όμως, υπάρχει το πρακτικό ζήτημα των αποθεμάτων. Οι Tomahawk δεν είναι άφθονοι· έχουν χρησιμοποιηθεί μαζικά σε πρόσφατες επιχειρήσεις και η παραγωγή τους δεν συμβαδίζει με την κατανάλωση. Οι αναφορές που κυκλοφορούν (με αποσπασματικά, απόρρητα στοιχεία) δείχνουν ότι τα υπάρχοντα αποθέματα και η ετήσια παραγωγή αφήνουν περιορισμένο πεδίο για μεγάλες παραδόσεις χωρίς να εξασφαλιστεί πρώτα η αναπλήρωση. Το κόστος, ο χρόνος επανεφοδιασμού και οι στρατηγικές ανάγκες του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ για αντιπαράθεση με άλλα κράτη —όπως η Κίνα— καθιστούν το ζήτημα ακόμη πιο περίπλοκο.
Επιπλέον, η τεχνική πλευρά δείχνει ότι ο Tomahawk παραμένει ισχυρό όπλο: δικτυοκεντρικές δυνατότητες, αυξημένη ακρίβεια και ευελιξία εκτόξευσης από επιφάνεια και υποβρύχια. Αλλά η ικανότητα να αλλάξει ριζικά το σκηνικό στην Ουκρανία εξαρτάται όχι μόνο από τον αριθμό των πυραύλων, αλλά και από τη συνολική δομή αμυντικών και επιθετικών δυνατοτήτων, από την εκπαίδευση, την ενσωμάτωση πληροφοριών και τον χρόνο παράδοσης.
Συνοπτικά, η συζήτηση για Tomahawk λειτουργεί ταυτόχρονα ως πολιτικό σινιάλο και ως υπενθύμιση των ορίων της στρατιωτικής βοήθειας. Για το Κίεβο κάθε ενίσχυση είναι απαραίτητη· για την Ουάσιγκτον κάθε παραχώρηση είναι ζήτημα προτεραιοτήτων, αποθεμάτων και διεθνούς ισορροπίας. Μέχρι να υπάρξουν σαφείς δεσμεύσεις και ρεαλιστικά σχέδια αναπλήρωσης, το ενδεχόμενο μεγάλων παραδόσεων Tomahawk παραμένει περισσότερο ρητορικό εργαλείο παρά άμεση στρατιωτική λύση.












