Κοινός εμμονικός στόχος και ανύπαρκτο αφήγημα
Γράφει ο Σάββας Παυλίδης
Αν κανείς προσπαθήσει να αποκρυπτογραφήσει το πολιτικό κλίμα που διαμορφώνεται όσο πλησιάζουν οι κάλπες το 2027, θα διαπιστώσει ένα κοινό μοτίβο ανάμεσα σε όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης: δεν τους ενώνει κάποια κοινή πρόταση, ούτε κάποια συνεκτική ιδεολογία. Δεν τους φέρνει κοντά μια σοβαρή εναλλακτική διακυβέρνησης. Τους ενώνει ένα και μόνο πράγμα: η επιθυμία να δουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη εκτός Μεγάρου Μαξίμου. Ό,τι κι αν σημαίνει αυτό. Με οποιοδήποτε κόστος.
Η σύγκρουση δεν είναι πολιτική, είναι καθαρά προσωπική. Η στόχευση του πρωθυπουργού δεν γίνεται πάνω σε συγκεκριμένες πολιτικές, αλλά σε πρόσωπο. Και αυτή η επιλογή υποκρύπτει όχι μόνο αδυναμία προγραμματικού λόγου, αλλά και έντονο πολιτικό καιροσκοπισμό. Οι αντίπαλοι του δεν εμφανίζονται με κάτι καινούργιο ή πειστικό. Δεν έχουν συγκεκριμένο αφήγημα. Το μόνο τους αφήγημα είναι «όχι Μητσοτάκης».
Ας μην κοροϊδευόμαστε: αυτό είναι το πολιτικό σχέδιο. Αν αύριο ο Μητσοτάκης αποχωρούσε οικειοθελώς, το 80% της αντιπολίτευσης θα έχανε τον λόγο ύπαρξής της. Δεν έχουν καν διαμορφώσει ένα συνεκτικό μέτωπο μεταξύ τους. Απλώς αναζητούν – σαν να περιφέρονται γύρω από τα ερείπια – τρόπους να ενωθούν πάνω στο μοναδικό πράγμα που τους ενώνει: την αντιμητσοτακική γραμμή. Δεν μιλούν καν για το πώς θα διαχειριστούν τη χώρα. Μιλούν μόνο για το πώς θα τον ρίξουν.
Ακόμη και η «επιστροφή» Τσίπρα και η σκιά του Σαμαρά κινούνται στη βάση αυτής της προσωπικής εμμονής. Ο μεν Σαμαράς, επιστρέφει σε ρόλο ρυθμιστή επειδή δεν αντέχει να βλέπει τον Κυριάκο να μένει περισσότερο στο Μαξίμου απ’ όσο έμεινε ο ίδιος. Θέλει, με έναν τρόπο, να «σβήσει» την υπεροχή του Κυριάκου στη διάρκεια, στη σταθερότητα, στην αποτελεσματικότητα. Ο δε Τσίπρας, επιστρέφει για έναν και μόνο λόγο: να πάρει το αίμα του πίσω για τις απανωτές του ήττες και να δει τον άνθρωπο που τον ξεπέρασε σε επιρροή να αποχωρεί υπό πίεση.
Μόνο που η πολιτική δεν είναι προσωπικά απωθημένα. Δεν είναι σκηνή αρχαίας τραγωδίας με ήρωες που επιστρέφουν να λύσουν τις προσωπικές τους εκκρεμότητες. Η χώρα έχει ανάγκη από σταθερότητα και σχέδιο, όχι από παιχνίδια εξουσίας με φόντο προσωπικές βεντέτες.
Και το ερώτημα που θα μπει αναπόφευκτα μπροστά στους πολίτες είναι απλό: θέλουν να ψηφίσουν για να τιμωρήσουν ή για να κυβερνηθούν; Θέλουν να ικανοποιήσουν το άχτι κάποιων, ή να διασφαλίσουν την επόμενη μέρα;
Γιατί αν όλοι είναι εναντίον ενός, αλλά κανείς δεν είναι με τη χώρα, τότε ο μόνος που θα κυβερνά – είναι το χάος.